2.30
3:24:00 π.μ.Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα. Νύσταζα πολύ. Ή βαριόμουν. Δεν ξέρω. Πώς ξεχωρίζεις τα χασμουρητά; -όπως ξεχωρίζεις τους ανθρώ...
3:24:00 π.μ.
Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα.
Νύσταζα πολύ. Ή βαριόμουν. Δεν ξέρω. Πώς ξεχωρίζεις τα χασμουρητά; -όπως ξεχωρίζεις τους ανθρώπους- δεν.. Ωραία ναι το ξέρω, αλλά δεν έφταιγε και η παρέα που είχα -η παρέα που δεν είχες;- Ίσως. Δεν ξέρω. Μάλλον κούραση -κούραση είναι και το δεν-αντεχω-αλλο - Σταμάτα! -να αυτό- Δεν ξέρω. Σταμάτα! Είναι περίεργα τα πράγματα. Αναρωτιέμαι πώς καταλήγω κάθε βράδυ εκεί γύρω στις δύο και μισή να κοιμάμαι για λίγο στο πάτωμα -έχεις τις φλοκάτες, έχεις και ένα μαξιλάρι, αχάριστη!- Είμαι ναι.. ώρες ώρες είμαι. Δεν δίνω εύσημα, δεν δίνω μπράβο, τι μου δίνω μόνο μη με ρωτάς, δεν έχω ιδέα πλέον -μα δεν το κάνω. δεν σε ρωτάω τίποτα. δεν με νοιάζει πια, άλλωστε εσύ ξέρεις καλύτερα- Ξέρω, ναι. Ήξερα δηλαδή. Χάθηκα. Χαθήκαμε. Μας έφαγε το "θα τα πούμε". Μια φορά μου είχε πει "τα λέγαμε" και λέω εντάξει δεν πέθανε η ειλικρίνεια - μην γίνεσαι αστεία- Όχι, δεν..έχεις δίκιο.
Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα.
Και πώς δεν τον πήρα χαμπάρι, μου άρπαξε το κινητό. Τι μαλάκας. Προσπάθησα να το πάρω πίσω. Πήρα το δικό του. Ένα ποτήρι νερό του έριξα. Βγήκε έξω. Τον κυνήγησα, χωρίς μπουφάν - αύριο θα ΄σαι χάλια- Και σήμερα είμαι σκάσε. Τον χαστούκισα τρεις φορές. Ήθελα να γίνει επεισόδιο - επεισόδιο; μην λες βλακείες. για σένα μιλάμε- Με χαστούκισε. Και σαν να είδα καθαρά ό,τι δεν μπορούσα να δω για μήνες. Η απώλεια, η μοναξιά, η περίσταση εκείνη και η άλλη, ο Ένας ή ο ένας, οι προσπάθειες, τα βήματα, τα σημειωτόν βήματα, τα τείχη, το κενό κι εγώ, άλλοτε Εγώ. Του άφησα το μπουφάν. Ήθελα να πω ευχαριστώ. Κρύωσα ξαφνικά. Κράταγα το κινητό του και είπα δειλά "θα τα πετάξω όλα στην θάλασσα". Πήγα προς τη θάλασσα. "Όχι, οχι, σταμάτα πλάκα έκανα!" Δεν μιλάω για σένα σκάσε. Δεν του είπα τίποτα. Έφτασα λίγο-λίγο στην άκρη είδα το "Αντέλα" δεμένο στα αριστερά. Δεξιά κενό. Δέσιμο και κενό το ένα δίπλα στ'άλλο. Τραγικά πραγματικό. "Κρύωσα..". Μου έδωσε το μπουφάν του και το κινητό μου και μπήκαμε μέσα. Εκείνος πρώτος εγώ μετά. Όταν έχεις τα χέρια σταυρωμένα αμπαρώνεις καλύτερα τις σκέψεις σου. Σκέφτηκα πόσο ήθελα να σε δω. Μετά σκέφτηκα κάτι άλλο. Μετά είπα "δεν γίνεται να μην γίνεται" χαμογέλασα -θα αστειεύεσαι βέβαια..- Ναι. Το ξέρω γίνεται. Τρία άτομα κι εγώ ευχήθηκα να υπήρχε ένας τέταρτος. Μετά δεν μ'ένοιαζε κανένα βήμα για πουθενά. Βρέθηκα στο δωμάτιο να γράφω.
Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα.
Είπαν ανοίξανε την πόρτα με ταυτότητα χθες βράδυ. Να διπλοκλειδώνουμε έγραφε το χαρτί στην πόρτα. Μπήκανε και ανοίξανε τις αποθήκες, μην μας χτυπήσουν μόνο! Αυτό φοβούνται. Και πόσο να πονέσουμε ακόμη; Δεν τους το 'πα, δεν χρειάζεται άλλο τρόμο αυτή η ζωή -ούτε μια στάλα πανικού ακόμη δεν χωρά- Δίκιο έχεις. Ευχήθηκα πρώτη φορά να με άφηναν έξω απ'την πόρτα. Ευχήθηκα να με προσέχει κάποιος που γυρίζω το κλειδί μία..δύο..που ανοίγω την εξώπορτα, που καλώ το ασανσέρ..3..2...1...0, που φτάνει -και δεν έχω κοιτάξει πίσω μέχρι που κλείνω τις πόρτες και η ένδειξη δείχνει 5. Περίεργο, εγώ σήμερα κοίταξα τρεις φορές πίσω, έτοιμη να χαμογελάσω -τι νόημα έχει πλέον; - Πάντα θα έχει. Πέταξα την τσάντα στο κρεβάτι. Θυμήθηκα που είχα γράψει κάποτε ότι το πόσο καλά είσαι φαίνεται από το αν πέφτεις με τα ρούχα στο κρεβάτι. Βρήκα ένα νέο μέτρο σύγκρισης. Ισχυρότερο ίσως. Μέρες τώρα με παίρνει ο ύπνος στο πάτωμα. Συνήθως με το πικ-απ να παίζει ένα παλιό ξεχασμένο κάτι, το αερόθερμο στην πρώτη σκάλα, και ευτυχώς κανένα κεράκι που να θέλει σβήσιμο. Όλα λειτουργούν ανεξάρτητα. Όλα, εκτός από μας.
Νύσταζα πολύ. Ή βαριόμουν. Δεν ξέρω. Πώς ξεχωρίζεις τα χασμουρητά; -όπως ξεχωρίζεις τους ανθρώπους- δεν.. Ωραία ναι το ξέρω, αλλά δεν έφταιγε και η παρέα που είχα -η παρέα που δεν είχες;- Ίσως. Δεν ξέρω. Μάλλον κούραση -κούραση είναι και το δεν-αντεχω-αλλο - Σταμάτα! -να αυτό- Δεν ξέρω. Σταμάτα! Είναι περίεργα τα πράγματα. Αναρωτιέμαι πώς καταλήγω κάθε βράδυ εκεί γύρω στις δύο και μισή να κοιμάμαι για λίγο στο πάτωμα -έχεις τις φλοκάτες, έχεις και ένα μαξιλάρι, αχάριστη!- Είμαι ναι.. ώρες ώρες είμαι. Δεν δίνω εύσημα, δεν δίνω μπράβο, τι μου δίνω μόνο μη με ρωτάς, δεν έχω ιδέα πλέον -μα δεν το κάνω. δεν σε ρωτάω τίποτα. δεν με νοιάζει πια, άλλωστε εσύ ξέρεις καλύτερα- Ξέρω, ναι. Ήξερα δηλαδή. Χάθηκα. Χαθήκαμε. Μας έφαγε το "θα τα πούμε". Μια φορά μου είχε πει "τα λέγαμε" και λέω εντάξει δεν πέθανε η ειλικρίνεια - μην γίνεσαι αστεία- Όχι, δεν..έχεις δίκιο.
Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα.
Και πώς δεν τον πήρα χαμπάρι, μου άρπαξε το κινητό. Τι μαλάκας. Προσπάθησα να το πάρω πίσω. Πήρα το δικό του. Ένα ποτήρι νερό του έριξα. Βγήκε έξω. Τον κυνήγησα, χωρίς μπουφάν - αύριο θα ΄σαι χάλια- Και σήμερα είμαι σκάσε. Τον χαστούκισα τρεις φορές. Ήθελα να γίνει επεισόδιο - επεισόδιο; μην λες βλακείες. για σένα μιλάμε- Με χαστούκισε. Και σαν να είδα καθαρά ό,τι δεν μπορούσα να δω για μήνες. Η απώλεια, η μοναξιά, η περίσταση εκείνη και η άλλη, ο Ένας ή ο ένας, οι προσπάθειες, τα βήματα, τα σημειωτόν βήματα, τα τείχη, το κενό κι εγώ, άλλοτε Εγώ. Του άφησα το μπουφάν. Ήθελα να πω ευχαριστώ. Κρύωσα ξαφνικά. Κράταγα το κινητό του και είπα δειλά "θα τα πετάξω όλα στην θάλασσα". Πήγα προς τη θάλασσα. "Όχι, οχι, σταμάτα πλάκα έκανα!" Δεν μιλάω για σένα σκάσε. Δεν του είπα τίποτα. Έφτασα λίγο-λίγο στην άκρη είδα το "Αντέλα" δεμένο στα αριστερά. Δεξιά κενό. Δέσιμο και κενό το ένα δίπλα στ'άλλο. Τραγικά πραγματικό. "Κρύωσα..". Μου έδωσε το μπουφάν του και το κινητό μου και μπήκαμε μέσα. Εκείνος πρώτος εγώ μετά. Όταν έχεις τα χέρια σταυρωμένα αμπαρώνεις καλύτερα τις σκέψεις σου. Σκέφτηκα πόσο ήθελα να σε δω. Μετά σκέφτηκα κάτι άλλο. Μετά είπα "δεν γίνεται να μην γίνεται" χαμογέλασα -θα αστειεύεσαι βέβαια..- Ναι. Το ξέρω γίνεται. Τρία άτομα κι εγώ ευχήθηκα να υπήρχε ένας τέταρτος. Μετά δεν μ'ένοιαζε κανένα βήμα για πουθενά. Βρέθηκα στο δωμάτιο να γράφω.
Εκεί γύρω στις 2.30 που με καλεί το πάτωμα.
Είπαν ανοίξανε την πόρτα με ταυτότητα χθες βράδυ. Να διπλοκλειδώνουμε έγραφε το χαρτί στην πόρτα. Μπήκανε και ανοίξανε τις αποθήκες, μην μας χτυπήσουν μόνο! Αυτό φοβούνται. Και πόσο να πονέσουμε ακόμη; Δεν τους το 'πα, δεν χρειάζεται άλλο τρόμο αυτή η ζωή -ούτε μια στάλα πανικού ακόμη δεν χωρά- Δίκιο έχεις. Ευχήθηκα πρώτη φορά να με άφηναν έξω απ'την πόρτα. Ευχήθηκα να με προσέχει κάποιος που γυρίζω το κλειδί μία..δύο..που ανοίγω την εξώπορτα, που καλώ το ασανσέρ..3..2...1...0, που φτάνει -και δεν έχω κοιτάξει πίσω μέχρι που κλείνω τις πόρτες και η ένδειξη δείχνει 5. Περίεργο, εγώ σήμερα κοίταξα τρεις φορές πίσω, έτοιμη να χαμογελάσω -τι νόημα έχει πλέον; - Πάντα θα έχει. Πέταξα την τσάντα στο κρεβάτι. Θυμήθηκα που είχα γράψει κάποτε ότι το πόσο καλά είσαι φαίνεται από το αν πέφτεις με τα ρούχα στο κρεβάτι. Βρήκα ένα νέο μέτρο σύγκρισης. Ισχυρότερο ίσως. Μέρες τώρα με παίρνει ο ύπνος στο πάτωμα. Συνήθως με το πικ-απ να παίζει ένα παλιό ξεχασμένο κάτι, το αερόθερμο στην πρώτη σκάλα, και ευτυχώς κανένα κεράκι που να θέλει σβήσιμο. Όλα λειτουργούν ανεξάρτητα. Όλα, εκτός από μας.