περπατάω κάπως λοξά

Σήμερα περπάτησα πολύ. Εννοώ.. πολύ. Και στο γυμναστήριο, αλλά κυρίως περπάτησα στον δρόμο. Η τελευταία διαδρομή που έκανα διήρκεσε περίπο...

Σήμερα περπάτησα πολύ. Εννοώ.. πολύ. Και στο γυμναστήριο, αλλά κυρίως περπάτησα στον δρόμο. Η τελευταία διαδρομή που έκανα διήρκεσε περίπου 20 λεπτά και ξεκίνησε από τον ηλεκτρικό σταθμό του Πειραιά μέχρι το σπίτι μου.
Στο σημείο που στάθηκα μόνη μου στην στάση περιμένοντας το λεωφορείο, ένα λεωφορείο που δεν είναι ένα αλλά 5, γιατί τόσα με πάνε σπίτι από την στάση αυτή, κάθισα μόλις 3 λεπτά. Τόσο μου πήρε να νιώσω ότι το λεωφορείο θα αργήσει να έρθει. Δεν το ένιωσα μόνο, το πίστεψα κιόλας. Λογικά δεν ίσχυε κάτι τέτοιο δεδομένου του ότι λεωφορείο περνάει κάθε 5 λεπτά. Κι όμως, εγώ και το ένιωθα και το πίστευα. Και κάπως έτσι, ξεκίνησε το δεύτερο μισό της τελευταίας διαδρομής για σήμερα.

Άρχισα να περπατάω με τα χέρια στις τσέπες του παλτό. Ένα παλτό σκούρο λαδί κοντό που κουμπώνει με φερμουάρ στο πλάι. Κοιτούσα το πεζοδρόμιο. Κάποια στιγμή συγκεντρώθηκα στα πόδια μου. Πόσο γρήγορα και μηχανικά το ένα βήμα ακολουθούσε το άλλο, ούτε που προλάβαινα να σκεφτώ σε ποιο πλακάκι θα πατήσω το επόμενο δευτερόλεπτο. Και όλα τα πλακάκια ήταν γκρι. Ή μάλλον όχι όλα.. άλλα ήταν γκρι ανοιχτό, άλλα γκρι σκούρο με καφέ, άλλα είχαν μπόλικο μαύρο.. ανάλογα πώς πατούσαν οι άνθρωποι απάνω τους. Ποτέ δεν πίστευα ότι τα πλακάκια θα μπορούσαν να μου πουν μια ιστορία. Σκέφτηκα ότι κάποιος είχε σταθεί εκεί και άκουγε το πιο ευχάριστο νέο ή ένας άλλος το χειρότερο, κάποιος είχε σταθεί για λίγο να δέσει το κορδόνι του, ένας άλλος είχε βρει ένα ευρώ πεταμένο και το είχε βάλει στην τσέπη. Μία κύρια πετάει την ομπρέλα της εκεί δίπλα γιατί της την έσπασε ο αέρας, ένα παιδάκι ρίχνει κατά λάθος την τσίχλα του κάτω. Και η τσίχλα μένει εκεί.. στο ίδιο πλακάκι που έπεσε, στο ίδιο ακριβώς σημείο. Μόνο που πλέον την έχουν πατήσει άλλοι εκατό, εκατόν τριάντα ή και δυο χιλιάδες άνθρωποι. Και μετά θυμήθηκα που έλεγα στον εαυτό μου όταν περπατάει να κοιτάζει πάντα μπροστά και όχι κάτω. Και λυπόμουν για τους ανθρώπους που προχωράνε με σκυμμένο το κεφάλι. Για κοίτα, έγινα ένας άνθρωπος προς λύπηση! Μα όχι, γιατί; Τόσες ιστορίες περιμένουν κάποιο τρελαμένο μυαλό να τις διηγηθεί..

Περπατάω κάπως λοξά. Περπατώντας συνειδητοποίησα ότι αλλάζω κατευθύνσεις. Μία ευθεία γραμμή, ένα δυο δέκα βήματα, μετά λίγο αριστερά και ευθεία για οχτώ βήματα κι άλλα τέσσερα και μετά δεξιά ένα δύο και πάλι στην ευθεία που ήμουν στην αρχή. Μέτα κάνω να περάσω απέναντι. Περνάω. Περνάω και σκέφτομαι πως το σπίτι μου είναι απ' την άλλη πλευρά και θα χρειαστεί να ξανά διασχίσω την λεωφόρο. Ε, και; Και τίποτα. Όταν φτάσω στο στενό μου θα το κάνω, θα περάσω πάλι απέναντι.

Δεν ξέρω που θέλω να πάω. Δεν ξέρω αν οι κινήσεις που κάνω γίνονται σε ήρεμη κατάσταση και εν γνώσει μου. Θέλω να πω, ποια η λογική; Κάθε απόφαση έχει και μια λογική πορεία που την ακολουθεί. Όχι; Στέκομαι και περιμένω κάτι που μάλλον δεν θα γίνει ή ίσως και να γίνει. Αλλά στο μυαλό μου δεν θα γίνει σίγουρα. Κι όμως περιμένω. Κι αν γίνει και δεν έχω σταματήσει έστω για λίγο να περιμένω θα με απογοητεύσω. Μα για κοίτα να δεις, όντως, θέλω την επιβεβαίωση. Την αρνητική ίσως κάποιες φορές. Γιατί; Γιατί είναι πιο εύκολο να κάνεις άσχημα σενάρια στο μυαλό σου, κακά τα ψέματα. Γιατί κανείς ποτέ δεν γεννήθηκε με την Αρετή του Περιμένειν. Γιατί ποτέ κανείς δεν περίμενε κανέναν με την λογική. Και ό,τι δεν γίνεται με λογική πάντα θα χρειάζεται επιβεβαίωση. Κι εγώ σου εξηγώ ότι δεν περιμένω να ακούσω το καλό ή το κακό, μου αρκεί ένα ναι ή ένα όχι. Δεν το αποζητάω το κακό, αποζητάω αυτό το "κάτι" που θα μου γίνει μοκέτα να μην περπατάω πια ξυπόλυτη στο πάτωμα που με παγώνει. Μην νομίζεις ότι μου είναι εύκολο να σκέφτομαι το χειρότερο δυνατό σενάριο. Νομίζεις ότι μ' αρέσει να με δω ξαπλωμένη σε ένα παγωμένο πάτωμα; Όχι, δεν μ' αρέσει, λοιπόν. Και να! Μια επιβεβαίωση. Δεν είναι δύσκολο να πεις δυο λέξεις. Γιατί δυο λέξεις είναι δυο λέξεις. Είτε είναι "θέλω κρέπα" είτε "σε θέλω". Και στις δύο περιπτώσεις εκφράζεται μία επιθυμία και ποιος μπορεί να λογοκρίνει μια επιθυμία; όποια κι αν είναι αυτή.

Τι θα σου έλεγα άραγε.. Μάλλον το μόνο που θα σου έλεγα αν με έπαιρνες τελικά τηλέφωνο πίσω εκείνο το βράδυ ενώ περπατούσα είναι ότι δεν ξέρω που θέλω να είμαι αυτήν την στιγμή. Δεν ξέρω αν θέλω να έρθω εκεί ή να φύγω προς την αντίθετη κατεύθυνση. Γιατί καμιά φορά μπορεί να θέλεις κάτι πολύ έντονα αλλά βλέπεις τα πόδια σου να τρέχουν από την άλλη πλευρά. Και πώς να το κάνουμε; τα πόδια ελέγχονται από το μυαλό, και όχι από οποιοδήποτε άλλο ζωτικό όργανο παραγωγής συναισθημάτων αυτό είναι γεγονός. Και όπως είπε και η V. το Σάββατο, "Γιατί πάνω απ' όλα, είναι ο Εγκέφαλος".. κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Τελικά έφτασα σπίτι. Συνειδητοποίησα ότι όταν μάθεις να παρατηρείς, η ζωή σου γίνεται πολύ πιο εύκολη. Όχι επειδή βρίσκεις τις λύσεις, αλλά επειδή αρχίζεις και αναγνωρίζεις τα αδιέξοδα. Κι όταν ένα αδιέξοδο είναι τόσο καθαρό όσο ένα ποτήρι νερό, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι..
Πιες λίγο νερό, άκουσε λίγη μουσική. Και φτιάξε ένα νέο σκηνικό.


όταν θα δυσκολεύομαι να "χωνέψω" μου είχαν πει να τρώω μήλα.. αλλά εντάξει. με λίγη σοκολάτα και καραμέλα, τα πράγματα αναμφίβολα χωνεύονται ευκολότερα.. 

You Might Also Like

2 σημειώσεις

  1. "Δεν το αποζητάω το κακό, αποζητάω αυτό το "κάτι" που θα μου γίνει μοκέτα να μην περπατάω πια ξυπόλυτη στο πάτωμα που με παγώνει."

    Πόσο well said.
    Εξαιρετική "διαδρομή".
    Πίνω μαζί σου, στην υγειά μας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. @Αθηνά μου.. σ'ευχαριστώ πολύ.
    νομίζω αν μπορούσαμε να έχουμε ένα μολύβι στο μυαλό μας, ο εγκέφαλος θα ενεργοποιούσε ΣΙΓΟΥΡΑ όταν περπατούσαμε κάπου μόνοι μας..

    ΑπάντησηΔιαγραφή

.

.