μια λέξη δανεική

Παρακολουθούσα αποσβολωμένη τη Χριστίνα στον μονόλογό της. Έπρεπε να τρέξουν τα μάτια μου για να συνειδητοποιήσω ότι η Χριστίνα δεν ήταν πι...


Παρακολουθούσα αποσβολωμένη τη Χριστίνα στον μονόλογό της. Έπρεπε να τρέξουν τα μάτια μου για να συνειδητοποιήσω ότι η Χριστίνα δεν ήταν πια η Χριστίνα, στο πρόσωπό της έβλεπα το δικό μου και απέναντί της το δικό σου.

Ήρθαν στο μυαλό μου κάποια γιατί, κάποια μακάρι, κάποια ίσως, και μια μεγάλη φωτεινή επιγραφή με πέντε γράμματα.

Κάπως έτσι άρχισα να ταξιδεύω μίλια μακριά. Σκεφτόμουν εμάς, σκεφτόμουν εσένα και εμένα, εσένα, και εμένα. Αναρωτιέμαι πολλές φορές πώς μπορούν δύο άνθρωποι να ζουν χωριστά όταν έχουν μοιραστεί με τόσο πάθος ένα κρεβάτι. Τότε μόνο καταλαβαίνω γιατί το σώμα μου ακόμη με τραβάει προς εσένα. Με τραβάει στην πόρτα σου, μέσα σε ένα ταξί, μέσα σε ένα αεροπλάνο. Πώς γίνεται δυο σώματα που έχουν ιδρώσει όπως τα δικά μας να λειτουργούν μια χαρά και χωριστά; Πώς γίνεται να λειτουργούν χωριστά;


Ρέουν μόλις δύο δάκρυα απ' τα μάτια μου. Νιώθω την κασέτα να γυρίζει απότομα μια σκηνή πιο πίσω και να ρουφάει ο οργανισμός μου τα δάκρυά του. Το μου λείπεις, το δακρύζω για σένα, το θα σε αγκαλιάσω όταν σε δω - όποτε σε δω - εξαφανίζονται. Σκέφτομαι που είμαι σήμερα, τι θα κάνω αύριο, πώς θα συνεχίσω, πως συνεχίζω. Και μου είναι εξαιρετικά δύσκολη η αποδοχή. Τα τσιγάρα που καπνίσαμε, οι λέξεις που δεν είπαμε, η δύναμη που δεν είχαμε, τα ρίσκα που δεν πήραμε, οι βόλτες που δεν κάναμε, οι βόλτες που κάναμε, ο χορός που σου χρωστώ, το αλκοόλ στις φλέβες μας, οι φλέβες μας που τινάζονταν απότομα, τα σεντόνια μου και τα δικά σου...

Ίσως να έχεις ήδη αποδεχθεί όλα αυτά που τόσα χρόνια παλεύω να φέρω βόλτα. Ίσως θα έπρεπε κι εγώ να προσπαθήσω περισσότερο για να κάνω το ίδιο. Όμως, τα μάτια μου ακόμα σε ψάχνουν, όμως η μυρωδιά σου ακόμη μου προκαλεί διέγερση, η αφή σου ακόμη μου φέρνει ζάλη.

Μα ξέρεις, για ένα πράγμα θλίβομαι βαθιά. Που με έκανες να ξεχάσω τη φωνή σου.

Αν έκανες ένα βημα. Κάποιες φορές ξυπνώ απότομα από τον ύπνο τα χαράματα και νομίζω πως το τώρα μου είναι διαφορετικό, πως είναι μαζί σου. Κοιμάμαι. Σκέφτομαι τα βήματά μας, και σκέφτομαι πως όσα κάναμε ήταν για να φύγουμε μακρύτερα ο ένας από τον άλλον. Και αν για ένα πράγμα νιώθω ένοχη ακόμη, είναι που εκείνο το βράδυ που κρατούσα το πρόσωπό σου στα χέρια μου δε σου είπα όλα αυτά που παρακαλούσα να μου πεις.

Δέκα χρόνια στο ίδιο σπίτι και μία φορά δε σε βρήκα στην είσοδο. Και αναρωτιέμαι, πότε θα πάψω να πιστεύω ότι θα σε δω βγαίνοντας από το ασανσέρ να μου χτυπάς το μικρό τετράγωνο τζαμάκι...

Κρίμα.

You Might Also Like

0 σημειώσεις

.

.