πηγαίνετε
11:00:00 μ.μ.Δεν είχα ησυχία χθες το βράδυ. Ξυπνούσα, κοιμόμουν, κοίταγα το κινητό, μέχρι που έκλεισα το ξυπνητήρι και είπα να σηκωθώ μια και καλή...
11:00:00 μ.μ.
Δεν είχα ησυχία χθες το βράδυ. Ξυπνούσα, κοιμόμουν, κοίταγα το κινητό, μέχρι που έκλεισα το ξυπνητήρι και είπα να σηκωθώ μια και καλή.. Περίεργη μου φαινόταν η μέρα. Γεμάτη κίνηση.. Μα τι περιμένω σε μια ζωή που "τα πάντα ρει"; να αμφισβητήσω εγώ τον Ηράκλειτο σε ένα πρωινό; Ξεκίνησα.. και έμαθα άσχημα νέα σήμερα.
Και τι δεν θα ‘δινα να στεκόμασταν για λίγο. Έτσι να, να παγώναμε την στιγμή! Μα οι άνθρωποι είμαστε μονίμως βιαστικοί.. και φεύγουμε. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Και εγώ ακόμα δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω αυτή την συνεχή κίνηση. Άνθρωποι που πάνε κι έρχονται. Μα τι χειρότερο από τους ανθρώπους που απλώς πάνε; Γιατί φεύγουν ρε γαμώτο.. φεύγουν και δεν έχεις προλάβει να πεις μια κουβέντα, να πιεις έναν καφέ. Και μετά μου λες γιατί δεν σηκώνω τα τηλέφωνα. Γιατί δεν τα θέλω τα τηλέφωνα! Θέλω επαφή! Μπορώ να έχω επαφή κάθε μέρα; Αυτήν την επικοινωνία θέλω εγώ.. θέλω να τον βλέπω τον άλλον, να τον χορταίνω! Εκεί είναι όλη η ουσία.. Στα βλέμματα, τα αγγίγματα, τις αγκαλιές, τα αστεία, τα γέλια, τα πειράγματα, τα μούτρα, όλα εκεί είναι! Να, και που τα λες τα ξέχασες ρε ζώον! Και τώρα ήρθαν οι ενοχές, και οι τύψεις, που ένας άνθρωπός σου σε χρειάζεται και δεν μπορείς να είσαι δίπλα του γιατί είσαι μακριά. Γιατί ρε πούστη μου τελικά υπάρχει «δεν μπορώ», κι ας θέλω.. και δεν είναι να το νιώθεις. Δύσκολα.
Είναι που τόσο καιρό ήμουν ‘υπεραπασχολημένη’ με τις εργασίες και τα μαθήματα και και και… και άντε τώρα να μαζέψεις τα ασυμμάζευτα. Οι άνθρωποι που αγαπάς το ξέρουν ότι τους αγαπάς αλήθεια; Ευτυχώς εμένα το ξέρουν. Τους το μηνύω συχνά-πυκνά.
Και μετά πήγα μια βόλτα παραλία.. και έβλεπα ζευγάρια, μητέρες με τα καροτσάκια, παππούδες με τις γιαγιάδες στα παγκάκια, έβλεπα αγάπη! Ωραία είναι.. Και κάτι χρώματα ο ουρανός! Μίλησα με δυο τρεις ανθρώπους μου και ηρέμησα. Μίλησα και με άλλους -όχι ανθρώπους μου- και αυτοί με ηρέμησαν περισσότερο. Εκεί συνειδητοποίησα ότι κάποιοι άνθρωποι μπορεί να φεύγουν από την ζωή μας, αλλά καμιά φορά είναι ωραίο να τους ξανά ’χεις επισκέπτες. Είναι αυτοί που νοιάζονται περισσότερο απ’ όσο νόμιζες.
Νόμιζα ηρέμησα..Μα σπίτι που γύρισα ήταν δύσκολα. Και σκεφτόμουν τι λέω και σταματούσα το κλάμα…γιατί τώρα άλλος πόναγε περισσότερο από ‘μένα. Κατάλαβα ότι πονούσα επειδή δεν ήμουν δίπλα του να του κρατήσω το χέρι. Και θυμήθηκα αυτό που είχα πει σε μια φίλη όταν ζούσα εγώ το δράμα..
«και υποσχέθηκα πλέον ΤΊΠΟΤΑ ΤΊΠΟΤΑ ΤΊΠΟΤΑ
να μην φτάνει τόσο βαθιά στην ψυχή μου εκτος από αγάπη
που αυτές τις μέρες κατάλαβα ότι είναι ένα σφιχτό πιάσιμο του χεριού
χωρίς τίποτα παραπάνω ρε γαμώτο..
Κι εγώ πάντα ζητούσα χίλιες δυο αποδείξεις..»
|
Δεν είναι ρε 'σεις όντως. Αγαπάτε. Πολύ και με πάθος. Γελάτε. Πολύ και με πάθος.
Γιατί δρόμοι είναι και χωρίζουν. Και εκεί να εύχεσαι να είναι κάποιος άλλος κοντά, να σου πιάσει το χέρι και να σου πει κι ένα αστείο να γελάσεις.
Εγώ αγκάλιασα τον Ηλίθιο σφιχτά, ένα λούτρινο, δώρο του πατέρα μου, και του ψιθύρισα..
|