όταν αγαπάς...πας
6:50:00 μ.μ.Έτσι είναι.. η αγάπη είναι η μεγαλύτερη δύναμη. Πάνω κι από την ανάγκη μη σου πω. Βουνά κινεί , λένε. Εγώ λέω ανθρώπους. Γιατί όταν αγα...
6:50:00 μ.μ.
Έτσι είναι.. η αγάπη είναι η μεγαλύτερη δύναμη. Πάνω κι από την ανάγκη μη σου πω. Βουνά κινεί, λένε. Εγώ λέω ανθρώπους. Γιατί όταν αγαπάς πας.. και όποιος σου πει το αντίθετο απλώς δικαιολογείται.
Αποστάσεις, ανεκπλήρωτοι έρωτες, ένα τηλεφώνημα και μια συνάντηση που δεν έγιναν ποτέ.. τέτοια περιμένεις ν’ ακούσεις; Σε προσγειώνω με αλύπητη φόρα στην πραγματικότητα και δηλώνω εξαρχής ότι θα σου μιλήσω για *μπουζούκια* και το πώς όντως η αγάπη μπορεί να σε κάνει να πας σε μέρη που στα μάτια σου φαντάζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ήταν οι δικοί μου άνθρωποι που με παρακαλούσαν μια βδομάδα και..
«Καλά-καλά, θα δούμε», το δικό μου το ‘θα δούμε’ για όσους με ξέρουν είναι οριστικό και σίγουρα δεν σημαίνει ναι.
Μα εξαιρέσεις υπάρχουν.
Και πήγα.. στα μπουζούκια.
Κι όταν λέω ‘μπουζούκια’ δεν εννοώ κάτι τύπου πίνω-και-μεθώ-ωχ-αμάν και καταστασιόν απελπιστίκ. Εννοώ μονολεκτικά: Κιάμο.
Ένα περίεργο συνονθύλευμα συναισθημάτων στην ετοιμασία. Το μόνο που διακρινόταν ξεκάθαρα ήταν η γκρίνια για αρχή.. όντως, πολλή γκρίνια ρε παιδάκι μου στη διαδρομή. Τί να ‘κανα; Ήταν που είχα ξεσυνηθίσει να θυσιάζω την μουσική μου ταυτότητα για την αγάπη.
Η Αλίκη στην χώρα των θαυμάτων βγήκε απ’το αυτοκίνητο. Χαμένη στην είσοδο. Όχι, δεν φαντάζεσαι. Μιλάμε για χάσιμο κανονικό και με τον νόμο. Κοίταζα από ‘δω, κοίταζα από ‘κει. Κορίτσια, αγόρια, μεσήλικες(και υπερήλικες) και όλοι με τις επισημότητες που άρμοζε στην φράση «πάμε στα μπουζούκια». Και πόσο φως! Φως από παντού! Από εκατό διαφορετικούς προβολείς μέχρι διαμάντια-και-ρουμπίνια-θα-σου-φέρω-απ’της-Ινδίας-τις-μακρινές-ακτές σε φορέματα, γόβες, σκουλαρίκια (και αντρικά), κολιέ.. Έλαμπαν ρε οι άνθρωποι εκεί μέσα.. και κυριολεκτικά, αλλά και μεταφορικά. Πρέπει να κοίταζα περίεργα, γιατί με κοίταζαν και περίεργα.
Και δεν κατάλαβα για πότε γέμισε η πίστα. Ίσως ήταν και το κρασί που έρρεε άφθονο –δόξα τω Πανάγαθω. Ήμουν απ’ αλλού φερμένη, αλήθεια. Αλλά κατά έναν ανεξήγητο τρόπο μαγεύτηκα απ’ όλο αυτό που συνέβαινε. Ήταν κάτι σαν τελετουργικό. Ποτό, τραγούδια, τσιγάρο, χορός, λουλούδια, και όλα στο ‘πολύ’ τους. Σαν τις διονυσιακές τελετές ένα πράγμα, που όλοι αργά ή γρήγορα έφταναν στην έκσταση. Κάπου-κάπου κι εγώ δεν ένιωθα ξένη, παρασυρόμουν χωρίς να καταλαβαίνω το πως. Μα ξέρεις τί μου έκανε περισσότερο εντύπωση; Ότι έβλεπα χαρούμενους ανθρώπους να τραγουδούν με πόνο.
Χαρούμενους όμως, «Στ’αληθινά;» - «ναι, στ’αληθινά», όπως έλεγα μικρή.
Αλλά δεν μ’ένοιαζε αυτό. Μ’ένοιαζαν τα γέλια των ανθρώπων που αγαπώ, μ’ένοιαζε το γέλιο μου με τα πειράγματά του ξαδέρφου μου, μ’ένοιαζε ο έρωτας στα μάτια της ξαδέρφης μου όταν της τραγουδούσε το αγόρι της, μ’ένοιαζε και ένα μήνυμα «Σε περιμένω πάνω. Να περνάς καλά και να προσέχεις». Και όλα αυτά σε μια βραδιά χωρίς προοπτικές. Αυτό που νόμιζα ότι ήταν τελικά ‘πολύ’ για να το αντέξω μου άφησε γλυκιά γεύση- με όποιον τρόπο.
Ίσως έτσι πρέπει τελικά, να δίνουμε και καμιά ευκαιρία στο διαφορετικό που και που. Όχι συχνά εντάξει, αλλά όταν αγαπάμε ένα ‘που και που’ αντέχεται.
ΠιΕς: Ρε σεις.. διασκεδάζει ακόμα ο κόσμος.
ΠιΕς 2: αγάπη. όπως και δήποτε. γιατί είναι δύσκολα εκεί έξω..