αγκαλιαστείτε γαμώτο
9:33:00 μ.μ.Δεν ήξερα πως θ' άλλαζε τόσο απότομα ο καιρός. Τα πρωινά είχε ήλιο κι ο ουρανός ήταν καταγάλανος. Τα βράδια έκανε ψύχρα μα ο ουρανός ...
9:33:00 μ.μ.
Δεν ήξερα πως θ' άλλαζε τόσο απότομα ο καιρός.
Τα πρωινά είχε ήλιο κι ο ουρανός ήταν καταγάλανος. Τα βράδια έκανε ψύχρα μα ο ουρανός εξακολουθούσε να είναι καθαρός και τ'αστέρια φαίνονταν για μια ακόμη φορά υπέροχα με μια κίνηση του κεφαλιού.
Σήμερα έβρεξε...
Κάπου στο ξημέρωμα, ίσως και χθες βράδυ αργά αφού γυρίσαμε και ξαπλώσαμε. Ήθελα να σηκωθώ νωρίς το πρωί, να έχω χρόνο να πιω έναν καφέ, να φάω ένα κομμάτι μηλόπιτα. Άνοιξα τα μάτια μου σχεδόν ένα λεπτό πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Μελαγχόλησα που ξύπνησα για να φύγω. Σηκώθηκα, πλύθηκα κι άρχισα να ετοιμάζομαι. Σκέφτηκα πως θα ήταν καλύτερο το δύσκολο κομμάτι της βαλίτσας να γίνει πριν απ'όλα.
Ήρθα στην κουζίνα.
Δυο κουταλιές καφέ και μία κοφτή ζάχαρη. Ενώ περίμενα να ψηθεί ο καφές, έβαλα τα χέρια μου ενωμένα πάνω απ'το μπρίκι. Κοίταξα έξω στο μπαλκόνι τον ουρανό που ήταν ένα λευκό-γκρι καθώς προσπαθούσα να καθοδηγήσω νοητά τα χέρια μου να ρουφήξουν όση περισσότερη θερμότητα μπορούσαν χωρίς να καούν και το σώμα μου να γεμίσει με τη μυρωδιά του ελληνικού καφέ. Τότε ήρθε η Ε. Βάλαμε μηλόπιτα και καθίσαμε στον μπλε καναπέ. Δεν μιλήσαμε πολύ. Χαμογελούσαμε κάπως, ενώ εγώ επέμενα να κοιτάζω έξω κρατώντας σφιχτά το φλιτζάνι που έκαιγε. Αυτή τη φορά ήμουν σίγουρη πως δεν έπρεπε να φύγω. Αυτή τη φορά δεν ήθελα κιόλας.
Η ώρα της πόρτας.
Οι αγκαλιές είναι το κοινό σημείο των σχέσεων αγάπης. Όποιον αγαπάς τον αγκαλιάζεις και νιώθεις ό,τι νιώθεται. Είναι δύσκολες οι αγκαλιές γιατί σπάνε οι βιτρίνες, χάνονται όλα τα στοιχήματα και βρίσκεσαι αυτομάτως να λες "όλα μέσα". Ώρες-ώρες πιστεύω ότι δεν θα μπορέσω ποτέ να το αντιμετωπίσω εύκολα. Προσπαθώντας, κάτι καταφέρνω.
Κατέβηκα στην είσοδο.
Παντού πεσμένα φύλλα. Το τσιμέντο ήταν βρεγμένο, όμως, δεν έβρεχε. Είχα μικρή βαλίτσα και μπορούσα να κινηθώ σχετικά γρήγορα. Προχωρούσα κοιτάζοντας τα φύλλα που περνούσαν κάτω απ'τα πόδια μου. Σκεφτόμουν πόσα φύλλα θα μπορούσε να σύρει η βαλίτσα μέχρι τον σταθμό.. 3; 10; 35; Δεν έχω ιδέα. Σκεφτόμουν αυτό και το με πόση ευκολία με ακολουθούσε σαν να μην την κρατάει τίποτα πίσω, αποφεύγοντας τα πολλά νερά.
Το λεωφορείο έρχεται σε 5 λεπτά.
Μέσα σε 5μέρες πάσχισα να έχω επαφή με όλους εκείνους που θα 'θελα ιδανικά να μαζέψω σε μία πόλη. Τηλέφωνα, μηνύματα, συναντήσεις, φωτογραφίες. Αναρωτήθηκα μήπως η αγάπη μου γίνεται εγωισμός, πώς τολμάω να τους ζητάω όλους γύρω από μένα; Δεν είναι πολύ; Είναι ή πολύ ή πολύ ουτοπικό. Μάλλον το δεύτερο. Δεν έχω θέσει σαν επιλογή το να σταματήσω να το θέλω.
Στο τρένο κάθομαι ανάποδα.
Είναι τρομερό να ταξιδεύεις κοιτάζοντας πίσω, γι'αυτό και λέμε "δεν μπορώ να καθίσω εδώ, η θέση είναι ανάποδα". Αυτό, λοιπόν, είναι το "ανάποδα". Γιατί το να φεύγεις κοιτάζοντας πίσω είναι μάλλον τρομερά άδικο για το εκεί που πας.
Έστειλα τέσσερα μηνύματα το πρωί. Όταν φεύγεις ξέροντας που πας και ξέρεις ότι σε πνίγει σχεδόν το "εκεί που πας", όταν λες "μήπως αν γύριζα εδώ ξανά..", κι όταν απλώνεσαι όσο μπορείς κι όσο δεν μπορείς ακόμα για να καλύψεις τις στιγμές που θες να ζήσεις.. τότε είναι δύσκολο να κοιτάζεις εκεί που πας. Ποια αλλαγή να πρωτοκάνεις, και για να ζήσεις ποιον; Η σωτηρία αν υπάρχει είναι σ'αυτό το "εκεί" κάποιος να σε περιμένει. Κάποιος που θα μπορείς να μιλήσεις για όλα όσα έχεις, για όλα όσα θα ήθελες να έχεις και για όλα αυτά που συμβαίνουν ξέροντας πια στα σίγουρα ότι αυτός ο κάποιος τα νιώθει μαζί σου. Κι αν αναγνωρίζεις στα πράγματα την αξία που έχουν θα καταφέρεις να κερδίσεις από κάθε πήγαινε κι από κάθε γύρνα. Κι αν αγκαλιάζεις σφιχτά και με κλειστά μάτια κάθε φορά που συναντάς αυτόν που αγαπάς θα μπορέσεις να γεμίσεις απ'αυτόν για κάποιον χρόνο.
Τα πρωινά είχε ήλιο κι ο ουρανός ήταν καταγάλανος. Τα βράδια έκανε ψύχρα μα ο ουρανός εξακολουθούσε να είναι καθαρός και τ'αστέρια φαίνονταν για μια ακόμη φορά υπέροχα με μια κίνηση του κεφαλιού.
Σήμερα έβρεξε...
Κάπου στο ξημέρωμα, ίσως και χθες βράδυ αργά αφού γυρίσαμε και ξαπλώσαμε. Ήθελα να σηκωθώ νωρίς το πρωί, να έχω χρόνο να πιω έναν καφέ, να φάω ένα κομμάτι μηλόπιτα. Άνοιξα τα μάτια μου σχεδόν ένα λεπτό πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι. Μελαγχόλησα που ξύπνησα για να φύγω. Σηκώθηκα, πλύθηκα κι άρχισα να ετοιμάζομαι. Σκέφτηκα πως θα ήταν καλύτερο το δύσκολο κομμάτι της βαλίτσας να γίνει πριν απ'όλα.
Ήρθα στην κουζίνα.
Δυο κουταλιές καφέ και μία κοφτή ζάχαρη. Ενώ περίμενα να ψηθεί ο καφές, έβαλα τα χέρια μου ενωμένα πάνω απ'το μπρίκι. Κοίταξα έξω στο μπαλκόνι τον ουρανό που ήταν ένα λευκό-γκρι καθώς προσπαθούσα να καθοδηγήσω νοητά τα χέρια μου να ρουφήξουν όση περισσότερη θερμότητα μπορούσαν χωρίς να καούν και το σώμα μου να γεμίσει με τη μυρωδιά του ελληνικού καφέ. Τότε ήρθε η Ε. Βάλαμε μηλόπιτα και καθίσαμε στον μπλε καναπέ. Δεν μιλήσαμε πολύ. Χαμογελούσαμε κάπως, ενώ εγώ επέμενα να κοιτάζω έξω κρατώντας σφιχτά το φλιτζάνι που έκαιγε. Αυτή τη φορά ήμουν σίγουρη πως δεν έπρεπε να φύγω. Αυτή τη φορά δεν ήθελα κιόλας.
Η ώρα της πόρτας.
Οι αγκαλιές είναι το κοινό σημείο των σχέσεων αγάπης. Όποιον αγαπάς τον αγκαλιάζεις και νιώθεις ό,τι νιώθεται. Είναι δύσκολες οι αγκαλιές γιατί σπάνε οι βιτρίνες, χάνονται όλα τα στοιχήματα και βρίσκεσαι αυτομάτως να λες "όλα μέσα". Ώρες-ώρες πιστεύω ότι δεν θα μπορέσω ποτέ να το αντιμετωπίσω εύκολα. Προσπαθώντας, κάτι καταφέρνω.
Κατέβηκα στην είσοδο.
Παντού πεσμένα φύλλα. Το τσιμέντο ήταν βρεγμένο, όμως, δεν έβρεχε. Είχα μικρή βαλίτσα και μπορούσα να κινηθώ σχετικά γρήγορα. Προχωρούσα κοιτάζοντας τα φύλλα που περνούσαν κάτω απ'τα πόδια μου. Σκεφτόμουν πόσα φύλλα θα μπορούσε να σύρει η βαλίτσα μέχρι τον σταθμό.. 3; 10; 35; Δεν έχω ιδέα. Σκεφτόμουν αυτό και το με πόση ευκολία με ακολουθούσε σαν να μην την κρατάει τίποτα πίσω, αποφεύγοντας τα πολλά νερά.
Ένας στίχος λέει "κάνε μια ευχή ελεύθερη να 'ναι η ψυχή,
κι ό,τι περάσαμε πριν στη ζωή
να 'ναι η κρυφή δύναμή μας
μην τρομάζεις
κακό μη βάζεις ξανά στο μυαλό"
Πόσο ελεύθερη μπορεί να είναι μια ψυχή που έχει ανθρώπους να αγαπάει; Θέλω να πω, προσπαθώ να χωριστώ σε τόσα κομμάτια νοητά, αλλά δεν αρκεί αυτό και το να ταξιδέψω κυριολεκτικά για λίγο ποτέ δεν θα είναι αρκετό. Πώς να μην φοβάσαι τι θα γίνει όταν κάτι δεν θα είναι αρκετό;Το λεωφορείο έρχεται σε 5 λεπτά.
Μέσα σε 5μέρες πάσχισα να έχω επαφή με όλους εκείνους που θα 'θελα ιδανικά να μαζέψω σε μία πόλη. Τηλέφωνα, μηνύματα, συναντήσεις, φωτογραφίες. Αναρωτήθηκα μήπως η αγάπη μου γίνεται εγωισμός, πώς τολμάω να τους ζητάω όλους γύρω από μένα; Δεν είναι πολύ; Είναι ή πολύ ή πολύ ουτοπικό. Μάλλον το δεύτερο. Δεν έχω θέσει σαν επιλογή το να σταματήσω να το θέλω.
Στο τρένο κάθομαι ανάποδα.
Είναι τρομερό να ταξιδεύεις κοιτάζοντας πίσω, γι'αυτό και λέμε "δεν μπορώ να καθίσω εδώ, η θέση είναι ανάποδα". Αυτό, λοιπόν, είναι το "ανάποδα". Γιατί το να φεύγεις κοιτάζοντας πίσω είναι μάλλον τρομερά άδικο για το εκεί που πας.
Έστειλα τέσσερα μηνύματα το πρωί. Όταν φεύγεις ξέροντας που πας και ξέρεις ότι σε πνίγει σχεδόν το "εκεί που πας", όταν λες "μήπως αν γύριζα εδώ ξανά..", κι όταν απλώνεσαι όσο μπορείς κι όσο δεν μπορείς ακόμα για να καλύψεις τις στιγμές που θες να ζήσεις.. τότε είναι δύσκολο να κοιτάζεις εκεί που πας. Ποια αλλαγή να πρωτοκάνεις, και για να ζήσεις ποιον; Η σωτηρία αν υπάρχει είναι σ'αυτό το "εκεί" κάποιος να σε περιμένει. Κάποιος που θα μπορείς να μιλήσεις για όλα όσα έχεις, για όλα όσα θα ήθελες να έχεις και για όλα αυτά που συμβαίνουν ξέροντας πια στα σίγουρα ότι αυτός ο κάποιος τα νιώθει μαζί σου. Κι αν αναγνωρίζεις στα πράγματα την αξία που έχουν θα καταφέρεις να κερδίσεις από κάθε πήγαινε κι από κάθε γύρνα. Κι αν αγκαλιάζεις σφιχτά και με κλειστά μάτια κάθε φορά που συναντάς αυτόν που αγαπάς θα μπορέσεις να γεμίσεις απ'αυτόν για κάποιον χρόνο.
Γιατί η ζωή είναι μικρή και δεν πρέπει να συμβιβαζόμαστε, μα η ζωή μας είναι δεμένη μ' άλλες τόσες ασυμβίβαστες ζωές και κάπου πρέπει να συναντηθούμε ρε γαμώτο..