με άρωμα γαρδένιας
12:04:00 π.μ.Ονειρεύτηκα ότι βρεθήκαμε σε ένα μέρος μαζί. Ήταν δύσκολο στην αρχή να το πιστέψω. Εγώ λέει είχα φτάσει εκεί πετώντας πάνω από μία κατά ...
12:04:00 π.μ.
Ονειρεύτηκα ότι βρεθήκαμε σε ένα μέρος μαζί.
Ήταν δύσκολο στην αρχή να το πιστέψω. Εγώ λέει είχα φτάσει εκεί πετώντας πάνω από μία κατά γαλανή θάλασσα. Φορούσα μια ζακέτα, μα όσο πλησίαζα στην ακτή ζεσταινόμουν και έλεγα από μέσα μου με το που πατήσω το πόδι μου να βγάλω από πάνω μου την ζακέτα. Όσο πλησίαζα την στεριά, που δεν θυμάμαι αν ήταν νησί ή μια ήπειρος ολόκληρη, αναρωτιόμουν τι θα συναντούσα.. Μου ήταν δύσκολο να εκτιμήσω. Μονάχα έβλεπα τα νερά που ακουμπούσαν την ακτή πολύ απαλά.. την χάιδευαν σχεδόν. Είδα ανθρώπους διάσπαρτα να κάνουν βόλτα στην παραλία. Μια παραλία τεράστια και η άμμος χρυσαφιά και λευκή. Δεν ήταν πολύς ο κόσμος. Ήταν λίγοι άνθρωποι σε δυάδες ή μονάδες και περπατούσαν με ηρεμία στην γραμμή που ενωνόταν η θάλασσα με την ακτή. Θυμάμαι όταν τους κοιτούσα από ψηλά αναρωτιόμουν γιατί δεν κολυμπούσε κανείς στην θάλασσα και δεν ήταν ούτε ένας στην παραλία ξαπλωμένος στον ήλιο, έναν ήλιο τόσο όμορφο. Αναρωτιόμουν γιατί να περπατάνε όλοι στα σύνορα, γιατί δεν κάνουν ένα βήμα μπρος ή πίσω. Έβλεπα την θάλασσα να παλινδρομεί στην ακτή με την ηρεμία που προσδίδει το γαλάζιο, σαν τίποτα να μην συνέβαινε πέρα από την γραμμή αυτή. Πετούσα όλο πιο κοντά στην ακτή, μα ύψος δεν έχανα. Τότε είδα από μακριά Εσένα. Τότε σχεδόν χαμογέλασα και είδα ότι η ζακέτα μου άλλαξε χρώμα. Δεν ήταν πια βαθύ πράσινο.. Τότε έγινε ένα ανοιχτό ροζ. Σκέφτηκα πόσο δεν μ'αρέσει το χρώμα ροζ, ότι δεν μου πηγαίνει και τι θα σκεφτόσουν όταν θα μ'έβλεπες. Δεν προσπάθησα, όμως, να την βγάλω, απλώς κοίταξα προς εσένα και χαμογέλασα σαν να μην μ' ένοιαζε πια ούτε η ζέστη ούτε η ζακέτα ούτε το χρώμα της. Άρχισα λέει τότε να κατεβαίνω.
Οι άνθρωποι λιγόστευαν στην ακτή αλλά ο ήλιος ήταν πιο φωτεινός από ποτέ. Όσο κατέβαινα αργά πετώντας η ζακέτα με ζέσταινε όλο και λιγότερο. Ένιωθα το φως του ήλιου να γίνεται πιο όμορφο. Να νιώθεται πιο πολύ στο σώμα μου και πιο βαθιά, στην ψυχή μου. Μου έκανες νόημα να μην κατέβω άλλο. Σκέφτηκα απογοητευμένη "μα τι λέει.. πώς θα βρεθούμε αλλιώς..". Τότε ξαφνιάστηκα ακόμα περισσότερο γιατί σε είδα να ανεβαίνεις εσύ. Δεν ήξερα ότι μπορείς να πετάς και στην αρχή τρόμαξα. Θυμάμαι να σου λέω με πανικόβλητο ενθουσιασμό ότι δεν είσαι μαθημένος εσύ σ'αυτά, να μην το κάνεις.. Κι εσύ έδινες πιο μεγάλη φόρα με τα πόδια και πετούσες ακόμα πιο ψηλά. Όταν με έφτασες δεν αγγίξαμε ο ένας τον άλλον, μόνο γελάσαμε για μια στιγμή και κοιτάξαμε κάτω, χαμηλά. Δεν είχαμε φτερά, μα αυτό δεν ήταν περίεργο. Πετούσαμε με τα πόδια μας. Στεκόμασταν στα πόδια μας. Πατούσαμε στον αέρα μ'αυτά, έναν αέρα σχεδόν στέρεο. Ένας κύριος έβαλε το χέρι του στο μέτωπο και έκανε να μας δει.. Με το άλλο χέρι μας χαιρέτησε. Εμείς χαμογελάσαμε και πιαστήκαμε αγκαλιά. Μέχρι τότε είχα ξεχάσει πώς αγκαλιάζεις. Έτρεμα μην καταλάβεις ότι έπεφτα. Γιατί Τότε έπεφτα. Μα, δεν ήθελα να με κρατάς εσύ ψηλά. Ήθελα να κρατιέμαι από μόνη μου. Κοίταξα για την ζακέτα μου.. Μα δεν την είδα πάνω μου. Είδα μόνο ένα ελαφρύ ροζ μαντήλι πια που έπεφτε από τους ώμους μου. Πιο απαλό μαντήλι δεν είχα αγγίξει ξανά. Ακούμπησα το κεφάλι μου στο χέρι σου και το μόνο που θυμάμαι να σου λέω είναι να μην πετάξουμε άλλο, να μείνουμε λίγο εκεί, κάπως έτσι, για όσο μας κρατάν τα πόδια μας και όσο έχει ακόμα φως.
Ξύπνησα.
Ήταν τρομερό να πηγαίνω στην δουλειά μετά από τέτοιο όνειρο. Το καλοκαίρι ήταν 3 μήνες μακριά. Εμείς βρεθήκαμε αμέσως μετά.
*
Μου είπε η Ζ. να παίξουμε ένα παιχνίδι. Να διηγηθούμε ένα παραμύθι. Έτσι, ξαφνικά και χωρίς άλλο. Δεν θυμάμαι να ξέρω παραμύθια. Δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να ακούει κάποιο ούτε να διηγείται.
Σήμερα σε σκεφτόμουν και ήρθε στο μυαλό μου το όνειρο εκείνης της Κυριακής. Αυτό θα έλεγα αν με ρωτούσε η Ζ. ξανά σήμερα.
Η γιαγιά μου μού έλεγε να μην φοβάμαι.. έλεγε "τα όνειρα της Κυριακής, μέχρι το μεσημέρι".
Μα δεν μου εξήγησε ποτέ πόσα χρόνια μπορεί να κρατήσει ένα μεσημέρι.
*
Κι αν με ρωτούσες τι να γινόταν τελικά, θα σου έλεγα δεν μ'ένοιαζε κι ας πέφταμε.. αρκεί όταν πέφταμε να φύσαγε άρωμα γαρδένιας.