ζώντας στη θάλασσα
2:14:00 π.μ.Πάνε μόνο λίγες ώρες που απομακρυνθήκαμε απ'την θάλασσα. Πάλι κοντά της είμαστε, αλλά χωρίς να μπορούμε να την νιώσουμε ουσιαστικά. Πάν...
2:14:00 π.μ.
Πάνε μόνο λίγες ώρες που απομακρυνθήκαμε απ'την θάλασσα. Πάλι κοντά της είμαστε, αλλά χωρίς να μπορούμε να την νιώσουμε ουσιαστικά. Πάντα έλεγα ότι είναι προνόμιο να ζεις πλάι στη θάλασσα, καυχιόμουνα γι'αυτό. Μετά ερχόταν το καλοκαίρι και ζούσα τη θάλασσα. Για λίγους μήνες νοσταλγούσα.. ύστερα πάλι χαιρόμουν που μετρούσα σχεδόν δέκα βήματα απ'την εξώπορτα κι έφτανα κοντά της. Αρκούμουν σ'αυτό. Έτσι νιώθω και με τους ανθρώπους πια. Συναναστρέφομαι με διάφορους.. περνάω καλά, γελάω λίγο ή περισσότερο, δεν χορεύω συχνά, τραγουδάω που και που, δεν κλάιω γι'αυτούς, δεν με αγγίζουν ποτέ ιδιαίτερα - δεν τους αφήνω ίσως θα έλεγες - και μετά.. "ζω τη θάλασσα". Και τότε, έρχονται όλα αυτά που τόσο καιρό απέφευγες να κοιτάξεις στα μάτια. Να νιώσεις στην ψυχή. Όταν ζω τη θάλασσα, όλα μου τα πηγαία συναισθήματα γίνονται μπουρμπουλήθρες που αναδύονται στην επιφάνεια. Χάνομαι πολλές φορές. Είναι οι στιγμές που γυρίζω ανάσκελα, κάνω τη θάλασσα στρώμα και αφήνομαι. Κλείνω τα μάτια. Καμια φορά, κοιτάζω σκαστά τον ουρανό. Ο ήλιος με τυφλώνει, αλλά τουλάχιστον βεβαιώνομαι ότι είναι ακόμα εκεί, ότι φωτίζει, και ότι δεν έχω απομακρυνθεί αρκετά, ίσα-ίσα να ξεφύγω.
Και όσες ώρες ή μέρες και να την ζω τη θάλασσα μου μοιάζουν δευτερόλεπτα. Δεν ξέρω αν θα μου ήταν ποτέ αρκετός ο χρόνος που περνάω εκεί. Κάθε φορά νιώθω ότι η θάλασσα ζει μέσα μου. Σαν να καθαρίζει το μυαλό μου, το βλέμμα.. Σαν να σκέφτομαι και να βλέπω καθαρά για λίγο..για όσο.
Όποτε έρχεται η στιγμή που βλέπω καθαρά νιώθω ένα περίεργο συναίσθημα ανακούφισης. Νιώθω το "επιτέλους" σε όλη του την ένταση, σαν να αναδύομαι στην επιφάνεια μετά από μακροβούτι σε άβυσσο. Μέσα σ'όλο αυτό, μου λείπουν άνθρωποι.. μου λείπουν πράγματα, μου λείπουν στιγμές, μου λείπουν βλέμματα μοναδικά μαζί τους.. όλα αυτά τα βλέπεις μόνο στο κενό. Πιάνω τον εαυτό μου να νοσταλγεί όλα αυτά που δεν ήρθαν ποτέ. Και είναι κρίσιμη η στιγμή που καλείσαι να διαλέξεις ανάμεσα στο "δεν θα έρθουν ποτέ" και στο "ποτέ δεν ξέρεις"..
Και η θάλασσα συνεχίζει να παλινδρομεί στην ακτή σαν να μην τρέχει τίποτα.. σαν να μην πρέπει να πάρουμε αποφάσεις, σαν να μην πρέπει να διακόψουμε συνήθειες.. Σήμερα πήρα τον καπνό μαζί μου καθώς έφευγα απ'το σπίτι. Όχι για να καπνίσω. Γυρίζοντας, τον άφησα πάνω σε ένα ρολόι της ΔΕΗ σ'ένα στενό εδώ πιο πάνω. Κάποιος σήμερα αποφάσισε να μην ξανακαπνίσει ποτέ, κάποιος σήμερα θα είχε όσο τίποτα άλλο την ανάγκη για τσιγάρο. Γιατί πρέπει πάντα να κρατάμε μια γαμημένη ισορροπία γι'αυτό το γαμημένο σύμπαν, μην πέσει και μας πλακώσει και ισοπεδώσει τα μισο-κατεστραμμένα.
Όπως γυρνούσα, παρατήρησα μια κοπέλα πίσω μου να ασχολείται με το κινητό της και να περπατάει προς την κατεύθυνση που πήγαινα κι εγώ. Τα φώτα στα μπαλκόνια ήταν όλα σβηστά. Μόνο κάτι ρετιρέ είχαν ξεμείνει - λογικό. Όταν απλώνεται μπροστά σου η θάλασσα, δύσκολο να ρισκάρεις να τρέξεις να την πιάσεις. Άδειοι οι δρόμοι τέτοια ώρα και αναρωτήθηκα που να πήγαινε. Έστριψα στο στενό και είδα έναν νεαρό να στέκεται μες τη μέση του δρόμου, τον φώτιζε η οθόνη του κινητού που κρατούσε - το μόνο φως στο στενό. Ερχόταν προς το μέρος μου. Περπάτησα ελαφρώς δεξιά και ανέβηκα στο πεζοδρόμιο.
-Καλώς την... Μόνο αυτό άκουσα. Γύρισα, και τους είδα να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται. Ένιωσα μια ικανοποίηση. Είχε ένα γλυκό αεράκι σήμερα και πολλά αστέρια. Ευτυχώς, δεν πήγε χαμένη τέτοια καλοκαιρινή βραδιά. Τουλάχιστον κάποιοι ερωτεύτηκαν.
Μπήκα σπίτι, άφησα την τσάντα μου στον καναπέ και βγήκα στο μπαλκόνι. Δεν άναψα κανένα φως. Δεν ήθελα να χαλάσω την ομοιομορφία του μαύρου με αυτό το σκοτεινό πορτοκαλί που αναδύουν τα φώτα του δρόμου στα ρετιρέ. Έκλεισα λίγο τα μάτια μου και άρχισα να νοσταλγώ τη θάλασσα. Σαν να μύρισε θάλασσα για λίγο.. Ένιωσα να ηρεμώ. Μα δεν μου έλειπαν πια οι ίδιοι άνθρωποι. Σαν σε αυτήν την πραγματικότητα η ανάγκη μου να τους δω, να τους αγγίξω, να γελάσω μαζί τους, να τους αγκαλιάσω, ν'ακούσω τη φωνή τους, να μην είναι πια επιτακτική. Μετά σκέφτηκα τους άλλους.. αυτούς που θα δω αύριο, θα ακούσω τη φωνή τους στο τηλέφωνο, θα τους χαμογελάσω, θα τους χαρίσω την καληνύχτα μου, ίσως και ένα φιλί μου.. Είναι παρήγορο καμιά φορά και ασύστολα μελαγχολικό, αλλά τέτοιες βραδιές, αφού έχω ζήσει τη θάλασσα, αφού έχω νιώσει ότι νιώθω, αφού έχω νιώσει ό,τι νιώθω, μετρώ πόσες αγκαλιές κρατώ και κάνω τις αντιστοιχίες.. δεν τις δίνω αλλού, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα ζητηθούν.
* Κι αν καμιά φορά θελήσεις να αφεθείς ανάσκελα στην επιφάνεια της θάλασσας, να σταματήσεις για δευτερόλεπτα να σκέφτεσαι, και να αφεθείς μόνο να νιώθεις.. τότε, θα νιώσεις σαν να σε παίρνουν αγκαλιά.. ευάλωτος, ένα καλομαθημένο παιδί, μα απέραντα ασφαλής.
Και όσες ώρες ή μέρες και να την ζω τη θάλασσα μου μοιάζουν δευτερόλεπτα. Δεν ξέρω αν θα μου ήταν ποτέ αρκετός ο χρόνος που περνάω εκεί. Κάθε φορά νιώθω ότι η θάλασσα ζει μέσα μου. Σαν να καθαρίζει το μυαλό μου, το βλέμμα.. Σαν να σκέφτομαι και να βλέπω καθαρά για λίγο..για όσο.
Όποτε έρχεται η στιγμή που βλέπω καθαρά νιώθω ένα περίεργο συναίσθημα ανακούφισης. Νιώθω το "επιτέλους" σε όλη του την ένταση, σαν να αναδύομαι στην επιφάνεια μετά από μακροβούτι σε άβυσσο. Μέσα σ'όλο αυτό, μου λείπουν άνθρωποι.. μου λείπουν πράγματα, μου λείπουν στιγμές, μου λείπουν βλέμματα μοναδικά μαζί τους.. όλα αυτά τα βλέπεις μόνο στο κενό. Πιάνω τον εαυτό μου να νοσταλγεί όλα αυτά που δεν ήρθαν ποτέ. Και είναι κρίσιμη η στιγμή που καλείσαι να διαλέξεις ανάμεσα στο "δεν θα έρθουν ποτέ" και στο "ποτέ δεν ξέρεις"..
Και η θάλασσα συνεχίζει να παλινδρομεί στην ακτή σαν να μην τρέχει τίποτα.. σαν να μην πρέπει να πάρουμε αποφάσεις, σαν να μην πρέπει να διακόψουμε συνήθειες.. Σήμερα πήρα τον καπνό μαζί μου καθώς έφευγα απ'το σπίτι. Όχι για να καπνίσω. Γυρίζοντας, τον άφησα πάνω σε ένα ρολόι της ΔΕΗ σ'ένα στενό εδώ πιο πάνω. Κάποιος σήμερα αποφάσισε να μην ξανακαπνίσει ποτέ, κάποιος σήμερα θα είχε όσο τίποτα άλλο την ανάγκη για τσιγάρο. Γιατί πρέπει πάντα να κρατάμε μια γαμημένη ισορροπία γι'αυτό το γαμημένο σύμπαν, μην πέσει και μας πλακώσει και ισοπεδώσει τα μισο-κατεστραμμένα.
Όπως γυρνούσα, παρατήρησα μια κοπέλα πίσω μου να ασχολείται με το κινητό της και να περπατάει προς την κατεύθυνση που πήγαινα κι εγώ. Τα φώτα στα μπαλκόνια ήταν όλα σβηστά. Μόνο κάτι ρετιρέ είχαν ξεμείνει - λογικό. Όταν απλώνεται μπροστά σου η θάλασσα, δύσκολο να ρισκάρεις να τρέξεις να την πιάσεις. Άδειοι οι δρόμοι τέτοια ώρα και αναρωτήθηκα που να πήγαινε. Έστριψα στο στενό και είδα έναν νεαρό να στέκεται μες τη μέση του δρόμου, τον φώτιζε η οθόνη του κινητού που κρατούσε - το μόνο φως στο στενό. Ερχόταν προς το μέρος μου. Περπάτησα ελαφρώς δεξιά και ανέβηκα στο πεζοδρόμιο.
-Καλώς την... Μόνο αυτό άκουσα. Γύρισα, και τους είδα να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται. Ένιωσα μια ικανοποίηση. Είχε ένα γλυκό αεράκι σήμερα και πολλά αστέρια. Ευτυχώς, δεν πήγε χαμένη τέτοια καλοκαιρινή βραδιά. Τουλάχιστον κάποιοι ερωτεύτηκαν.
Μπήκα σπίτι, άφησα την τσάντα μου στον καναπέ και βγήκα στο μπαλκόνι. Δεν άναψα κανένα φως. Δεν ήθελα να χαλάσω την ομοιομορφία του μαύρου με αυτό το σκοτεινό πορτοκαλί που αναδύουν τα φώτα του δρόμου στα ρετιρέ. Έκλεισα λίγο τα μάτια μου και άρχισα να νοσταλγώ τη θάλασσα. Σαν να μύρισε θάλασσα για λίγο.. Ένιωσα να ηρεμώ. Μα δεν μου έλειπαν πια οι ίδιοι άνθρωποι. Σαν σε αυτήν την πραγματικότητα η ανάγκη μου να τους δω, να τους αγγίξω, να γελάσω μαζί τους, να τους αγκαλιάσω, ν'ακούσω τη φωνή τους, να μην είναι πια επιτακτική. Μετά σκέφτηκα τους άλλους.. αυτούς που θα δω αύριο, θα ακούσω τη φωνή τους στο τηλέφωνο, θα τους χαμογελάσω, θα τους χαρίσω την καληνύχτα μου, ίσως και ένα φιλί μου.. Είναι παρήγορο καμιά φορά και ασύστολα μελαγχολικό, αλλά τέτοιες βραδιές, αφού έχω ζήσει τη θάλασσα, αφού έχω νιώσει ότι νιώθω, αφού έχω νιώσει ό,τι νιώθω, μετρώ πόσες αγκαλιές κρατώ και κάνω τις αντιστοιχίες.. δεν τις δίνω αλλού, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα ζητηθούν.
* Κι αν καμιά φορά θελήσεις να αφεθείς ανάσκελα στην επιφάνεια της θάλασσας, να σταματήσεις για δευτερόλεπτα να σκέφτεσαι, και να αφεθείς μόνο να νιώθεις.. τότε, θα νιώσεις σαν να σε παίρνουν αγκαλιά.. ευάλωτος, ένα καλομαθημένο παιδί, μα απέραντα ασφαλής.